Αρχείο κατηγορίας Γράμματα

Το μικρό κοριτσάκι

του Πέτρου Αργυρίου

Το μικρό κοριτσάκι φορούσε μάσκα.

Κι έτσι κανείς δεν μπορούσε να δει πως το μικρό κοριτσάκι δεν είχε χαμόγελο.

Το μικρό κοριτσάκι ήταν ανέκφραστο. Τι να την κάνεις άλλωστε την έκφραση όταν έχεις την μάσκα; Η μάσκα σε εκφράζει.

Το μικρό κοριτσάκι φορούσε μάσκα στο πάρκο.

Φορούσε μάσκα στο σχολείο. Αυστηροί οι δάσκαλοι και τα τριάντα αργύρια μηνιαίως αξίζαν πολύ πιο πολύ για αυτούς από ότι όλα μικρά κοριτσάκια του κόσμου μαζί.

Πίσω από την μάσκα, υπήρχε ένα μικρό κοριτσάκι.

Δεν ήταν άσχημο. Κανένα μικρό κοριτσάκι δεν είναι άσχημο.

Το μικρό κοριτσάκι φορούσε πάνινη φρίκη στο πρόσωπο, λες κι ήταν παραμορφωμένο από αυτήν.

Το μικρό κοριτσάκι είχε μάσκα αντί για πρόσωπο.

Το μικρό κοριτσάκι δεν μπορούσε να παίξει ανέμελα. Δεν ήταν ότι ήταν άρρωστο. Ήταν ότι ήταν το ίδιο αρρώστια που έπρεπε να περιοριστεί.

Όλα τα μικρά κοριτσάκια ήταν αρρώστια σε έναν φριχτά άρρωστο κόσμο.

Το μικρό κοριτσάκι ήταν υπεύθυνο. Για όλα τα κακά του κόσμου.

Το μικρό κοριτσάκι δεν θα φιλούσε ποτέ το μικρό αγοράκι που πριν τις μάσκες τις άρεσε. Φορούσε κι αυτό μάσκα.

Μασκοφόροι εκδικητές, οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, τιμωρούσαν ότι το καλό είχε απομείνει από την ανθρωπότητα.

Βάλε την μάσκα σου. Βάλε την μάσκα σου.

Το μικρό κοριτσάκι, είχε εκπαιδευτεί να φοράει μάσκα. Το σκυλάκι της όχι.

Πιο λεύτερο από το αφεντικό της ήταν πια, καθώς ποτέ της φίμωτρο δεν διανοήθηκε να του βάλει.

Ένας γονέας φόρεσε λουρί στα παιδιά του σαν να ταν σκυλιά.

Δισεκατομμύρια τους φόρεσαν μάσκες κι αυτό τους φαινόταν κανονικό.

Το μικρό κοριτσάκι ήταν κλειδωμένο πίσω από μια μάσκα και κανείς δεν φώναζε για την πιο μεγάλη των ντροπών.

Το μικρό κοριτσάκι, δεν χρειαζόταν να περιμένει τις αποκριές για να φανταστεί ήταν ήταν κάτι άλλο. Είχε γίνει ήδη κάτι άλλο. Και κάθε μέρα, ακόμη περισσότερο.

Βάλαν στο μικρό κοριτσάκι να φοράει μάσκα, αυτοί που τολμούν να λέγονται γονείς. Ακόμη κι όταν οι ίδιοι τους την βγάλανε, στο παιδί τους δεν τους ένοιαζε που την επιβάλανε.

Βάλαν στο μικρό κορίτσι μάσκα, αυτοί που τολμούν να λέγονται δάσκαλοι, οι βρομεροί παιδονόμοι.

Μην τυχόν και κολλήσει κάποια γιαγιά, ακόμη κι όταν είχαν κολλήσει μέχρι και τα πόμολα.

Αφού το εκπαιδεύσαν να φοράει μάσκα, μπορούσαν να το εκπαιδεύσουν να κάνει οτιδήποτε.

Το μικρό κοριτσάκι φορούσε μάσκα. Το μικρό κοριτσάκι έτρωγε bullying όταν την έβγαζε, την κάρφωναν οι φίλες της οι ίδιες.

Το μικρό κοριτσάκι, νόμιζε πως δεν μπορούσες να ζεις χωρίς μάσκα, πως η μάσκα φιλτράρει τον τοξικό αέρα που σου τρώει τα σωθικά.

Κάποιοι φορούσαν ακόμη σταυρό να τους προστατεύει από το κακό, λες και η μάσκα δεν αρκούσε.

Το μικρό κοριτσάκι φορούσε μάσκα.

Μάσκα πανάθεμα σας όλους.

Το μικρό κοριτσάκι, φοράει ακόμη μάσκα. Εκεί μέσα μεγαλώνει.

Όσο λιγοστεύουν τα δέντρα, τόσο περισσεύουν οι άνθρωποι που θα όφειλαν να κρεμαστούν από τα κλαδιά τους.

Φορώντας τις μάσκες τους, κανονικά.

Δεν υπάρχουν πια μικρά κοριτσάκια με μάσκες. Της καθάρισαν υγειονομικότατα την παιδικότητα. Υπάρχουν εκκολαπτόμενοι φασίστες που δεν υπήρξαν ποτέ παιδιά.

Κάποιοι φρόντισαν για αυτό. Και πρέπει κι εμείς να τους φροντίσουμε, όπως τους πρέπει, τους παιδοκτόνους.

Όλα τα σχεδιάσαν, ένα πράμα μόνο ξεχάσαν: Τόση ντροπή μαζεμένη, πίσω από μια μάσκα δεν είναι μπορετό να κρυφτεί.

Τόσο μπόχα και τόση βρώμα, που όλα τα αντισηπτικά του κόσμου δεν μπορούν να την ξεπλύνουν.

Η σαπίλα αυτού που έχει βαθιά μέσα του νεκρώσει, καθώς ξέρουν όλοι, είναι μια διαδικασία μη αντιστρέψιμη.

Για αυτό τους θάβουμε τους νεκρούς μας.

Πέτρος Αργυρίου, 5/8/2022, agriazwa.blogspot.com

https://agriazwa.blogspot.com/2022/08/blog-post.html?fbclid=IwAR1D-SvnwQp5EUID3NCqXSTWDHc6X6eMmnlwwWXCRqMFrcaiwGy5QkX_-2Q

Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΑΝΤΑ ΩΣ ΠΟΛΟΣ ΕΛΞΗΣ

Βιβλιογραφική έρευνα, τεκμηρίωση κ΄ αναπαραγωγή: Σπ. Καμπιώτης

Βιβλιοφιλία, έρευνα ιστορίας του βιβλίου, παλαιών χαρακτικών βιβλιογραφίας, εικονογραφίας. Εκδ. Κ.Σπανός (1976), σελ. 23
Βιβλιοφιλία, έρευνα ιστορίας του βιβλίου, παλαιών χαρακτικών βιβλιογραφίας, εικονογραφίας. Εκδ. Κ.Σπανός (1976), σελ. 24

Περί Παιδείας… και άλλων θεμάτων

Γράφει: ο Λευτέρης Γκίνης

Ξ-αιδεία.gif

Έχει γίνει κατεστημένο όταν μιλάμε για την παιδεία να εννοούμε την εκπαίδευση, λάθος μεγάλο βέβαια, αλλά ας μιλήσουμε λίγο περί αυτών των ζητημάτων.

Στην ευρεία έννοια αναφέρεται ως παιδεία το εξής: «Ο κύκλος των γνώσεων και των δεξιοτήτων, που πρέπει να δίνονται και να καλλιεργούνται με τη διδασκαλία και συνεπώς να αποτελούν το αντικείμενο της παιδείας». Βλέπουμε στο σημείο αυτό την ελάχιστη διαφορά που δίνουν οι κοινωνίες στην έννοια του όρου, μεταξύ «παιδείας» και «εκπαίδευσης». Άστοχο βέβαια αλλά αυτό κάμουν, σε άλλο σημείο (στην ετοιμολογία του όρου) διαβάζουμε ότι: Η λέξη «παιδεία» είναι παράγωγο του αρχαίου ρήματος «παιδεύω» που σημαίνει διδάσκω, εκπαιδεύω. Συνώνυμα: η λέξη παιδεία αναφέρεται στη νοητική και ψυχική καλλιέργεια ενός παιδιού, η οποία επιτυγχάνεται κυρίως μέσω της εκπαίδευσης (στις διάφορες βαθμίδες της). Και εδώ ακόμα βλέπουμε την ελάχιστη διαφορά που αφήνουν να υπάρχει μεταξύ των όρων «παιδεία» και «εκπαίδευση». Βέβαια σαν πρακτική επί της έννοιας του όρου, η παιδεία έχει αφεθεί (εντελώς αόριστα) στα χέρια της εκπαίδευσης η οποία δίνεται είτε μέσω της οικογένειας είτε μέσω της οργανωμένης κρατικής εκπαίδευσης. Αλλά ας δούμε και πρακτικά την ουσία στις έννοιες αυτών των όρων.

ΠΑΙΔΕΊΑ: είναι η εισαγωγή του παιδιού στις καταστάσεις και συνθήκες οι οποίες το περιβάλλουν ή θα το περιβάλλουν, τόσο στον υλικό όσο και στον πνευματικό (ψυχικό) κόσμο στον οποίο καλείται να εισέλθει μετά την περίοδο της γονεϊκής φροντίδας. Σε γενικές γραμμές δεχόμαστε ότι το ανθρώπινο περιβάλλον είναι εξαιρετικά σύνθετο από την άποψη της αντίληψης των συνθηκών και γεγονότων που λαμβάνουν χώρα καθ’ όσον το άτομο αλληλεπιδρά μαζί τους. Αν αφεθεί το παιδί δίχως φροντίδα, είναι δυνατόν να ληφθούν στην αντίληψη του παιδιού με σωστό τρόπο αλλά και με λανθασμένο τρόπο, πράγμα και το οποίον συμβαίνει συχνά. Επίσης στην παιδεία περιλαμβάνετε και ο όρος της πολιτικής παιδείας, και αφορά την λογική και την γνώση που θα πρέπει να έχει το άτομο γύρο από τα πολιτικά συμβαίνοντα, δηλαδή την δομή αλλά και την ορθή οργάνωση μιας πολιτείας, έξω και μακριά από διάφορες μικροπολιτικές σκοπιμότητες

Η φύση, τα αντικείμενα, οι άνθρωποι, τα ζώα, και γενικότερα αντικείμενα που ίσως βρίσκονται μακριά από την αμεσότητα του ανθρώπου δεχόμαστε ότι αποτελούν το υλικό περιβάλλον του ανθρώπου. Έννοιες, ψυχικές καταστάσεις, θρησκευτικές παραδόσεις, λογικοί συνειρμοί είναι μερικές από τις καταστάσεις που συνιστούν το πνευματικό ή ψυχολογικό περιβάλλον του ανθρώπου. Η ορθή αντιμετώπιση όλων αυτών των καταστάσεων από το παιδί αποτελεί ένα κύριο και βασικό επίτευγμα όσον αφορά την πρόσληψη εννοιών και εμπειριών, αλλά και γενικότερα την διαχείρισή τους. Αυτό που επικρατεί μέχρι σήμερα στον τομέα αυτόν είναι η διδαχή (εκπαίδευση) του παιδιού από την οικογένεια και ελαχίστως (έως καθόλου) από το σχολείο, εξ ου δε και η λαϊκή ρήση «παιδί από οικογένεια» δηλαδή άτομο από μία τέτοια οικογένεια η οποία φρόντισε και συνεχίζει να το κάνει για την σωστή ενημέρωση και καθοδήγηση του παιδιού σε όλες τις καταστάσεις που προαναφέραμε.

Εν κατακλείδι γίνεται κατανοητό ότι η «παιδεία» διαφέρει από την «εκπαίδευση» σε πάρα πολλά σημεία αποτελεί δε ειδικό και αποκλειστικό αντικείμενο γνώσης, στηριγμένο όχι στις όποιες εμπειρίες ή ίσως και γνώσεις των μελών μιας οικογένειας, αλλά αντικείμενο επιστημονικής εμβάθυνσης και μετάδοσης της συγκεκριμένης γνώσης από μέρους μιας οργανωμένης πολιτείας.

Στον χώρο της «εκπαίδευσης» λαμβάνουμε τις ειδικές γνώσεις για τον χειρισμό καταστάσεων και γεγονότων που βρίσκονται μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο (απολύτως πεπερασμένων διαστάσεων), τα λεγόμενα από πολλούς επιστήμονες «μοντέλα». Αυτά μας δίνουν την δυνατότητα να απαντάμε σε πολύ συγκεκριμένα προβλήματα ειδικών γνώσεων και να πλουτίζουμε τις εμπειρίες μας γύρο από αυτή την γνώση.

Στον χώρο της «παιδείας» εισερχόμεθα σε ένα περιβάλλον μη πεπερασμένο, σε ένα περιβάλλον δίχως αρχή και δίχως τέλος σε ένα περιβάλλον ανοικτών οριζόντων οι οποίοι με την σειρά τους μας οδηγούν σε νέους διαδρόμους αντίληψης και ανάτασης της λογικής. Παιδεία λοιπόν και όχι εκπαίδευση, θα μπορούσε να είναι αυτό το αντικείμενο της σημερινής πραγματείας; Μα και βέβαια όχι διότι είναι ουσιαστικά αλλά και πρακτικά αδιανόητο να υπάρχει το ένα δίχως την παρουσία και την επίδραση του άλλου. Δεν είναι δυνατόν να έχουμε παιδεία δίχως την γνώση της εκπαίδευσης αλλά κυρίως είναι αδιανόητο να προσπαθήσουμε να αποκτήσουμε εκπαίδευση δίχως την παρουσία των θεμελιωδών αρχών της παιδείας. Ιεραρχικά τοποθετώντας τα δύο αυτά ζητήματα τοποθετούμε πρώτα την παιδεία και δεύτερο την εκπαίδευση, και αυτό διότι με την παιδεία λαμβάνουμε την δύναμη της λογικής μέσω της οποίας θα ερμηνεύσουμε στοιχεία της εκπαίδευσης, αλλά και κυρίως μέσω της παιδείας έχουμε την δυνατότητα να αξιοποιήσουμε με τον σωστό τρόπο τον πλούτο των γνώσεων της εκπαίδευσης. Η παιδεία θα πρέπει να εκκινά από την ηλικία των 2 – 5 ετών και αυτή να δίνεται από την οικογένεια αποκλειστικά. Την σκυτάλη για τα επόμενα χρόνια λαμβάνει το ορθά οργανωμένο κράτος και την εμπλουτίζει με διαδραστικό τρόπο και όχι μόνο με θεωρητικές «ατάκες» μέχρι και την ηλικία των 15 – 18 ετών, ηλικία από την οποία αναζητούμε πλέον ουσιαστικά και πρακτικά αποτελέσματα από την παιδεία που προσφέραμε. Για να έχουμε μία ορθά δομημένη κοινωνία επιβάλλεται να «παιδεύσουμε» τις νέες και τους νέους μας στον ορθό τρόπο αντιμετώπισης του περιβάλλοντός τους, δηλαδή τον σεβασμό στην φύση, στον συνάνθρωπο, στα συναισθήματα και στις κοινωνικές και οικογενειακές αξίες, αλλά και στην πολιτική και πολιτειακή οργάνωση του κράτους μας. Έχοντας αυτά τα στοιχεία μεταλαμπαδεύσει στις επόμενες γενεές μπορούμε να πούμε ότι είμαστε έτοιμοι για την εφαρμογή της Δημοκρατίας.

Προέλευση εικ.: http://eu-mathein.gr

Ο χορός ως σύζευξη αθλητισμού και πολιτισμού

Maria.jpg  Μαρία Ι. Κουτσούμπα: Καθηγήτρια, (ΣΕΦΑΑ) Πανεπιστήμιου Αθηνών

Περίληψη

Αν και οι έννοιες αθλητισμός και πολιτισμός συχνά αναφέρονται ως συγκοινωνούντα δοχεία, ωστόσο λίγες είναι οι περιπτώσεις που αναδεικνύουν τη σχέση αυτή μέσα από συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα του αθλητισμού, του πολιτισμού ή και των δύο. Το εγχείρημα αυτό επιχειρεί η συγκεκριμένη εργασία μέσα από το παράδειγμα του χορού. Σκοπός λοιπόν της παρουσίασης είναι η κατάδειξη του γνωστικού αντικειμένου του χορού ως χαρακτηριστικό παράδειγμα σύζευξης αθλητισμού και πολιτισμού. Για τον σκοπό αυτό αναλύονται οι έννοιες του αθλητισμού και του πολιτισμού, ενώ, παράλληλα, εξετάζεται η φύση του χορού. Διαπιστώνεται ότι ο χορός όντας κινητική δραστηριότητα συνιστά βιολογικό φαινόμενο, ενώ ταυτόχρονα ως κοινωνική διαδικασία που πραγματοποιείται σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, από συγκεκριμένους ανθρώπους και για συγκεκριμένους λόγους συνιστά και πολιτισμικό φαινόμενο. Επιπρόσθετα, ο χορός συνιστά πράξη μέσω της τέλεσης ενός χορευτικού έργου, αλλά και χορευτικό γεγονός που φέρει έντονο πολιτισμικό φορτίο καθώς πραγματοποιείται σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, από συγκεκριμένους ανθρώπους και για συγκεκριμένους λόγους. Υπό αυτή την έννοια, αποτέλεσε και αποτελεί αντικείμενο πολυ-επιστημονικής μελέτης που έλκει το ενδιαφέρον φυσικών και κοινωνικών επιστημών υπερβαίνοντας τις διακρίσεις της φιλοσοφικής θεωρίας του δυϊσμού. Καταληκτικά, είναι η ίδια η φύση του γνωστικού αντικειμένου του χορού που μπορεί να συμβάλλει στη λειτουργία του ως μέσου σύζευξης αθλητισμού και πολιτισμού.

Dance as a conjunction of athletism and culture

 Maria I. Koutsouba: Professor,  University of Athens

 Abstract

Athletism and culture are often referred as communicating vessels. Yet there are few cases that highlight this relation through the lens of particular subjects of athletism, culture or both. The latter constitutes the issue of the present study having as example the subject matter of dance. Thus, the aim of the paper is to study dance as a characteristic example of conjunction between athletism and culture. For this reason, the concepts of athletism and culture are defined while the nature of dance is examined. It is proved that dance as physical activity constitutes a biological phenomenon. At the same time, it constitutes a cultural phenomenon since it takes place in a specific place and time, by specific people and for specific purposes, contributing, thus, to the cultural being. In addition, dance constitutes a dance action as a final piece of work, that is the dance work, is performed. At the same time it is a dance event since it takes place in a specific place and time, by specific people and for specific purposes. From this point of view, dance has attracted and attracts the interest of both the physical and social sciences, surmounting the constraints of dualism. In summary, it is the nature of dance itself that allows it to function as a conjunction of athletism and culture.

Εισαγωγή

Οι έννοιες αθλητισμός και πολιτισμός συχνά αναφέρονται ως συγκοινωνούντα δοχεία σε πλείστες των περιπτώσεων της ζωής μας. Κάποια ενδεικτικά μόνο παραδείγματα σε σχέση με την πληθώρα αυτών που κανείς απαντά είναι τα ακόλουθα: α) τίτλοι συγγραμμάτων όπως αυτοί του κλασικού έργου των Ελίας και Ντάνινγκ (1998) ‘Αθλητισμός και ελεύθερος χρόνος στην εξέλιξη του πολιτισμού’ ή το σύγγραμμα του Σαϊτάκη (2006) ‘Παιδαγωγική και Αθλητισμός. Παράδοση-Αθλητισμός-Πολιτισμός’, β) ονόματα θεσμικών οργάνων όπως αυτά του Συμβουλίου Παιδείας, Νεολαίας, Πολιτισμού και Αθλητισμού (Education, Youth, Culture and Sport Council-EYCS) (http://www.consilium.europa.eu/en/council-eu/configurations/eycs/), του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού (http://www.yppo.gr/0/gindex.jsp) ή των Οργανισμών Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας όπως αυτών του Δήμου Αθηναίων (http://www.opanda.gr/) ή του Δήμους Κοζάνης (http://oapnkozanis.gr/), γ) θεματολογία συνεδρίων όπως αυτού με τίτλο ‘Αθλητισμός & Πολιτισμός. Παράγοντες κοινωνικής συνοχής’ (http://www.kedke.gr/?p=7107), δ) εφαρμογές όπως αυτής της ψηφιακής πλατφόρμας ‘Πολιτισμός-Αθλητισμός στην πόλη μας’ του Δήμου Κορυδαλλού μέσω της οποίας «οι ενδιαφερόμενοι χρήστες μπορούν να κάνουν αναζήτηση και να έχουν πρόσβαση σε βασικές πληροφορίες για όλους τους πολιτιστικούς και αθλητικούς φορείς του Δήμου Κορυδαλλού» (http://www.democu.gr/), ε) άλλα δημοσιεύματα όπως αυτά του Σπορ FM 94,6 «Ο αθλητισμός είναι πολιτισμός και ο πολιτισμός είναι πάνω απ’ όλα» (http://www.sport-fm.gr/article/544874) ή της ΕΡΤ «Αθλητισμός και Πολιτισμός με την πραγματική σημασία της λέξης» (http://www.ertopen.com/news/ellada/koinwnia/item/34459-).

Ωστόσο, λίγες είναι οι περιπτώσεις που αναδεικνύουν κατ’ ουσία τη σχέση αθλητισμού και πολιτισμού μέσα από συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα του αθλητισμού, του πολιτισμού ή και των δύο. Το εγχείρημα αυτό επιχειρεί η συγκεκριμένη εργασία μέσα από το παράδειγμα του χορού. Σκοπός λοιπόν της παρουσίασης είναι η κατάδειξη του γνωστικού αντικειμένου του χορού ως χαρακτηριστικού παραδείγματος σύζευξης αθλητισμού και πολιτισμού. Για τον σκοπό αυτό προσδιορίζονται οι έννοιες του αθλητισμού και του πολιτισμού με τον τρόπο που αυτές χρησιμοποιούνται στην παρούσα εργασία και, στη συνέχεια, μελετάται ο χορός στο πλαίσιο αυτό.

Αθλητισμός – Πολιτισμός

Ο αθλητισμός συνιστά μια πολυσύνθετη έννοια για την οποία κατά καιρούς έχουν δοθεί ποικίλοι ορισμοί. Καθώς ο σκοπός της εργασίας δεν αφορά τον ορισμό της έννοιας, για τις ανάγκες του συγκεκριμένου κειμένου θεωρούμε ότι «ο αθλητισμός είναι η συστηματική σωματική καλλιέργεια και δράση με συγκεκριμένο τρόπο, ειδική μεθοδολογία και παιδαγωγική με σκοπό την ύψιστη σωματική απόδοση» (Ζέρβας, 1993:15). Στο σημείο αυτό κρίνεται απαραίτητο να γίνουν κάποιες επισημάνσεις. Μια πρώτη επισήμανση αφορά στο ότι το ανθρώπινο σώμα συνιστά θεμελιώδες συστατικό στοιχείο του αθλητισμού ή, όπως το προσδιορίζει ο Σκαβάντζος (2003), το ανθρώπινο σώμα συνιστά, αριστοτελικά, το υλικόν αίτιον, αλλά και το τελικό αποτέλεσμα. Παράλληλα, ο αθλητισμός είναι ‘ένας κοινωνικός θεσμός’, ‘μια κοινωνική δραστηριότητα’ που εκφράζει μια κοινωνία και τον πολιτισμό της σε δεδομένο τόπο και χρόνο. Για παράδειγμα, στην αρχαία Ελλάδα, ο αθλητισμός στην Αθήνα θεωρούνταν κοινωνικό και πολιτισμικό αγαθό και είχε παιδαγωγικό χαρακτήρα, ενώ, αντίθετα, στην Σπάρτη ο αθλητισμός χρησιμοποιούνταν για την στρατιωτική εκπαίδευση (Ζέρβας 1993; Χατζηχαριστός 2003; https://el.wikipedia.org/wiki/αθλητισμός).

Υπό αυτή την έννοια, ο αθλητισμός συνιστά τόσο βιολογικό όσο και πολιτισμικό φαινόμενο που αποσκοπεί όχι μόνο σε έναν μηχανιστικό τρόπο ανάπτυξης της δύναμης, των κινητικών δεξιοτήτων και της τεχνικής αποτελεσματικότητας, αλλά, επιπρόσθετα, συμβάλλει στην κατανόηση του κόσμου καθώς συνιστά ουσιαστικό στοιχείο ατομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής ταυτότητας αφού, το ανθρώπινο σώμα δεν είναι απλώς ένα ‘αντικείμενο’ αλλά ένα πρωταρχικός και ενεργητικός τρόπος του να ‘είμαι στον κόσμο’ (‘being-in-the-world’) (Chandler, Crinin και Vamplew 2002; Koutsouba και Tyrovola 2003; Morgan και Meyer 1988; Polhemus in Carter 1998; van Dalen και Bennett 1971). Στη βάση αυτή άλλωστε ως βασικές συνιστώσες του αθλητικού φαινομένου θεωρούνται η φυσική-φυσιολογική (σωματική-υπερνίκηση ύλης), η ηθική (η εναγώνια προσπάθεια ως ατομικό και κοινωνικό αγαθό), η παιδαγωγική (ο άνθρωπος μαθαίνει τον εαυτό του), η αισθητική (τέχνη με το σώμα) και η μεταφυσική (το αθλητικό φαινόμενο έχει τελετή και αλληγορία) (Σκαβάντζος 2003). Υπό αυτή την έννοια, μια δεύτερη επισήμανση αφορά στο ότι ο αθλητισμός «καθίσταται ένα εργαλείο με εξαιρετική ανθρωπολογική και ανθρωπιστική σημασία» (Σκαβάντζος 2003:19).

Όσον αφορά την έννοια του πολιτισμού, και στην περίπτωση αυτή υπάρχουν ποικίλοι και πολλοί ορισμοί. Για τις ανάγκες πάλι της παρούσας εργασίας υιοθετούμε τη Δήλωση της Mondiacult, της Παγκόσμιας Συνόδου για την Πολιτιστική Πολιτική που διοργανώθηκε το 1982 στο Μεξικό από την UNESCO, σύμφωνα με την οποία ο πολιτισμός προσδιορίζεται με βάση μια ευρεία και μια στενή έννοια. Ειδικότερα, με την ευρεία έννοια ο πολιτισμός:

«αντιπροσωπεύει σήμερα το σύνολο των διαφοροποιών στοιχείων, πνευματικών και υλικών, διανοητικών και συναισθηματικών που χαρακτηρίζουν μία κοινωνία ή μία κοινωνική ομάδα. Συμπεριλαμβάνει, εκτός των γραμμάτων και των τεχνών, τον τρόπο ζωής, τα βασικά δικαιώματα του ανθρώπου, το σύστημα αξιών, τις παραδόσεις και τα δόγματα. […] (UNESCO 1982).

Παράλληλα, με την στενή έννοια, ο πολιτισμός «εννοεί κυρίως το σύνολο των αξιών καθώς και τις γνωστικές και αισθητικές συνήθειες μίας κοινότητας και υπό αυτό το πρίσμα περιλαμβάνει την πολιτιστική κληρονομιά, τις τέχνες, τη λογοτεχνία και τα κινήματα σκέψης» (UNESCO 1982). Στο σημείο αυτό, με βάση την προηγηθείσα οριοθέτηση του πολιτισμού, πρέπει να γίνουν δύο ακόμα επισημάνσεις. Η πρώτη αφορά στο ότι η ευρεία έννοια του όρου πολιτισμός περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και τα βασικά δικαιώματα του ανθρώπου. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ήδη από το 1978, στη Γενική Συνέλευση της 20ης Ολομέλειας των Ηνωμένων Εθνών (UNESCO), εγκρίθηκε ο Παγκόσμιος Χάρτης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού (International Charter of Physical Education and Sport) όπου αναφέρονται τα δικαιώματα του ανθρώπου ως προς αυτά, ο οποίος επικαιροποιήθηκε (International Charter of Physical Education, Physical Activity and Sport) το 2015 (http://unesdoc.unesco.org/images/0023/002354/235409e.pdf). Η δεύτερη επισήμανση εστιάζει στο γεγονός ότι η έννοια του όρου πολιτισμός, είτε με την ευρεία είτε με τη στενή έννοια, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τις τέχνες, τις παραδόσεις και την πολιτιστική κληρονομιά.

Χορός – Αθλητισμός – Πολιτισμός

Ο χορός συνιστά μια από τις τέχνες και, ειδικότερα, μια από τις παραστατικές τέχνες, δηλαδή τις τέχνες που προϋποθέτουν την παρουσία και τη χρήση του ανθρώπινου σώματος που, σύμφωνα με τον Σκαβάντζο (2003), συνιστά, αριστοτελικά, το υλικόν αίτιον, αλλά και το τελικό αποτέλεσμα) και έχουν ως πρωταρχικό και θεμελιώδες ‘υλικό’ την ανθρώπινη κίνηση (Koutsouba, 1997; Κουτσούμπα 2002a, 2005, 2010). Στη βάση αυτή, ο χορός είναι σωματικός/φυσικός (physical). Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, ο χορός, παραδοσιακά αποτελούσε μέρος της φυσικής αγωγής και του αθλητισμού είτε ως φυσική δραστηριότητα που συμβάλλει στην υγιεινή ή ως “calisthenics” (ασκήσεις με συνοδεία μουσικής) στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, είτε ως ‘αισθητικός χορός’ για τις γυναίκες (aesthetic dance) γνωστός επίσης και ως μέθοδος Gilbert) ή ‘γυμναστικός χορός’ (gymnastic dance) για τους άνδρες στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα σε συνδυασμό με παραδοσιακούς, εθνικούς χορούς, είτε ως ‘φυσικός/σωματικός χορός Colby’ (Colby’s physical dance), ‘Ελληνικός χορός’ (Greek dance) και ‘μοντέρνος εκπαιδευτικός χορός του Laban’ (Laban’s ‘modern educational dance) στα μέσα του 20ου αιώνα (Ginner 1945; Glaister 1987; Howlett 1989; Κάρδαρης, 2012; Koutsouba και Tyrovola 2003; Κουτσούμπα 2012; Kraus 1980; Smith-Autard 1994), ενώ από τα μέσα του 20ου αιώνα ποικίλα μοντέλα εμφανίστηκαν για τον χορό στην εκπαίδευση (βλ. Πίνακα 1) που οδήγησαν σε μια αναθεώρηση του χορού στο πλαίσιο αυτό (McFee 1992, 1994; Gulbenkian Foundation 1989; Dimonstein 1985).

πινακας1.jpg

Ο χορός είναι όμως και σωματοποιημένος (embodiment), καθώς το σώμα ως ‘βιωμένο σώμα’ συνιστά κοινωνικό υποκείμενο (Αλεξιάς 2006) και κοινωνική κατασκευή (Grau 1998) που διαδραματίζει έναν ενεργητικό και δυναμικό ρόλο στη συγκρότηση του κοινωνικού γίγνεσθαι (Koutsouba 1997). Στη βάση αυτή, ο χορός συνιστά ένα ιδιαίτερο ‘είδος πολιτισμικής γνώσης’ (Sklar, 1991), καθώς έχει τη δυνατότητα μέσα από μία ποικιλία διαύλων μη-λεκτικής επικοινωνίας (κιναισθητικούς, οπτικούς, ηχητικούς, κ.ά.) (Κουτσούμπα 2002a, 2003, 2004), να εξωτερικεύει συγκεκριμένο περιεχόμενο και αφηρημένες έννοιες (Lange 1981). Επιπλέον, τα συγκεκριμένα χορευτικά γεγονότα στα οποία εκτελείται, παρέχουν τα πλαίσια αναφοράς για τον τρόπο που οι άνθρωποι πραγματώνουν και δομούν την ταυτότητά τους (Cowan 1990). Έτσι, το είδος του χορού που εκτελείται, το χορευτικό γεγονός που ενσωματώνεται, το ποιός τον εκτελεί, προς ποιόν τον εκτελεί και για ποιό λόγο, συνιστά ένα “παιχνίδι” ταυτότητας, η μελέτη του οποίου μπορεί να αποκαλύψει τους κανόνες του “παιχνιδιού”, ή αλλιώς να διαφωτίσει τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνεται η πολιτισμική ταυτότητα (Koutsouba 1991, 1997; Κουτσούμπα 2002b).

Υπό αυτή την έννοια, εάν θεωρήσουμε ότι «οι πολιτισμοί είναι χάρτες νοήματος που κάνουν τον κόσμο κατανοητό» (Jackson, οπ. αναφ. στο Swedlow 1998:40), τότε ο χορός μπορεί να συμβάλλει στην κατανόηση αυτή. Ο χορός λοιπόν συνιστά μια «εκδήλωση της ανθρώπινης δραστηριότητας και συμπεριφοράς» που φανερώνεται με διάφορες μορφές (ως κινητική-φυσική αλλά και κοινωνική δραστηριότητα, ως τελετουργική ή καλλιτεχνική πράξη, ως πράξη κοινωνικοποίησης, αναπαράστασης έμφυλων σχέσεων και ταυτοτήτων, πολιτική, θεραπευτική, ως εκπαιδευτική διαδικασία, ως διασκέδαση και ψυχαγωγία κ.ά.) (Τυροβολά 2015)

Μήπως τελικά ο χορός, στη βάση όλων των παραπάνω, λειτουργεί ως σύζευξη αθλητισμού και πολιτισμού?

Συζήτηση-Συμπεράσματα

Ο χορός συνιστά βιολογικό και πολιτισμικό φαινόμενο (Κουτσούμπα, 2002a, 2005, 2010): βιολογικό γιατί είναι μια κινητική δραστηριότητα του ανθρώπινου σώματος (Lange 1976) και πολιτισμικό αφού είναι μια κοινωνική διαδικασία που πραγματοποιείται σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, από συγκεκριμένους ανθρώπους και για συγκεκριμένους λόγους συμβάλλοντας έτσι στο πολιτισμικό γίγνεσθαι. Ταυτόχρονα, ο χορός συνιστά πράξη και γεγονός: πράξη γιατί μέσα από τη σύνθεση των συστατικών στοιχείων της κίνησης του ανθρώπινου σώματος διαμορφώνεται και μορφοποιείται κάθε φορά ένα τελικό αποτέλεσμα που είναι το χορευτικό έργο (Adshead 1988) και γεγονός γιατί ο χορός διαμορφώνει μια «χωρικά, χρονικά και εννοιολογικά ‘οριοθετημένη’ σφαίρα αλληλεπίδρασης… [όπου] τα άτομα αυτοπαρουσιάζονται μέσα σε και μέσα από… πρακτικές» (Cowan 1998:10). Η τέχνη λοιπόν του χορού «πρόκειται για σύνθετη μορφή ανθρώπινης συμπεριφοράς που εκφράζεται με ποικίλους, κατά περίπτωση, συνδυασμούς χώρο-χρονικών κινητικών σχημάτων. Παράλληλα, συνιστά αναπόσπαστο μέρος της κοινωνικής πρακτικής και της συνολικής δομής ενός πολιτισμικού συστήματος» (Τυροβολά 2015).

Στο σημείο αυτό είναι σκόπιμο να υπενθυμίσουμε κάποια στοιχεία τόσο του αθλητισμού όσο και του πολιτισμού. Αναφέραμε προηγουμένως ότι ο αθλητισμός είναι ‘η συστηματική σωματική καλλιέργεια’, είναι ένας ‘κοινωνικός θεσμός’, ‘μια κοινωνική δραστηριότητα’. Επιπρόσθετα, επισημάνθηκε ότι ο πολιτισμός είναι ‘το σύνολο των διαφοροποιών στοιχείων, πνευματικών και υλικών, διανοητικών και συναισθηματικών που χαρακτηρίζουν μία κοινωνία ή μία κοινωνική ομάδα’ και περιλαμβάνει την πολιτιστική κληρονομιά, τις τέχνες κ.λπ. Με βάση τα παραπάνω συμπεραίνεται ότι ο χορός μπορεί να λειτουργήσει ως σύζευξη αθλητισμού και πολιτισμού (βλ. Σχήμα 1):σχήμα1.jpgΣτο σημείο βέβαια αυτό, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι αυτό δεν ισχύει μόνο για την τέχνη του χορού. Προφανώς όχι. Όμως αναμφίβολα ο χορός, ως μορφή τέχνης που ως υλικό αίτιο και τελικό αποτέλεσμα έχει τον ανθρώπινο σώμα και την κίνηση, και έχοντας έντονο πολιτισμικό φορτίο, μπορεί να πραγματοποιήσει τη σύζευξη αυτή σε μεγάλο βαθμό (βλ. κάποια ενδεικτικά παραδείγματα στο YouTube όπως το Pas de deux του κλασικού μπαλέτου της Λίμνης των Κύκνων στο πλαίσιο του Circus Festival του Μονακό-https://www.youtube.com/watch?v=2_2G15xHg9g,

 

Το χορό σάλσα στο βρετανικό σόου ‘Έχεις ταλέντο’ το 2014 όπου η χορεύτρια είναι 80 ετών, ενώ η καταχώρηση που εμφανίζεται το κατατάσσει στην κατηγορία αθλητικά-https://www.youtube.com/watch?v=hjHnWz3EyHs,

 

ή τον ‘χορό των χιλίων χεριών’, έναν παραδοσιακό θρησκευτικό χορό αρκετά διαδεδομένο στην Κίνα αλλά και σε άλλες χώρες της ανατολικής Ασίας όπου στο συγκεκριμένο βίντεο μια ομάδα 21 Κινέζων χορευτών και χορευτριών που είναι άτομα με ειδικές ανάγκες εκτελεί εντυπωσιακά συγχρονισμένες κινήσεις-https://www.youtube.com/watch?v=Jo0hUKwvYsc).

Καταληκτικά, ο χορός ως γνωστικό αντικείμενο τόσο του αθλητισμού όσο και του πολιτισμού μπορεί να λειτουργήσει ως σύζευξη, ως συνδετικός κρίκος αυτών. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι η Maya Angelou (1928-2014), αφροαμερικανίδα συγγραφέας, ηθοποιός, ποιήτρια και στέλεχος της Αμερικανικής Κίνησης για τα πολιτικά δικαιώματα, αναφέρει το ακόλουθο: «Όλα στο σύμπαν έχουν ένα ρυθμό, όλα χορεύουν» (http://www.gnomikologikon.gr/catquotes.php?categ=2125).

Βιβλιογραφικές αναφορές

Adshead, J. (ed.) (2007). Ανάλυση του χορού. Θεωρία και πράξη (επιμ. και μτφρ. ελληνικής έκδοσης Β. Τυροβολά & Μ. Κουτσούμπα). Αθήνα: Πασχαλίδης.

Αλεξιάς, Γ. (2011). Κοινωνιολογία του σώματος: Από τον «Άνθρωπο του Νεάντερταλ» στον «Εξολοθρευτή». Αθήνα: Πεδίο.

Βικιπαίδεια (χ.η.). Αθλητισμός. Ανακτήθηκε στις 23 Απριλίου 2016 από https://el.wikipedia.org/wiki/αθλητισμός.

Calouste Gulbenkian Foundation (1989). The arts in schools: Principles, practice and provision. London: Calouste Gulbenkian Foundation.

Chandler, L.J.T., Cronin, M. & Vamplew, W. (2002). Sport and Physical Education: The Key Concepts. London: Routledge.

Churcher, B. (1971). Physical Education for Teaching. London: Gearge Allen and Unwin.

Cowan, K.J. (1990). Dance and the body politic in Northern Greece. Princeton: Princeton University Press.

Γνωμικολογικόν (χ.η.). Γνωμικά και αποφθέγματα στην κατηγορία χορός. Maya Angelou. Διαθέσιμο στο http://www.gnomikologikon.gr/catquotes.php?categ=2125.

Department of Physical Education and Sport Science, Undergraduate Programme Studies, University of Athens, 2001.

Δήμος Αθηναίων (χ.η.). Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας. Διαθέσιμο στο http://www.opanda.gr/.

Δήμος Κοζάνης (χ.η.). Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας. Διαθέσιμο στο http://oapnkozanis.gr/.

Δήμος Κορυδαλλού (χ.η.). e-Πλατφόρμα ‘Πολιτισμός-Αθλητισμός στην πόλη μας’. Διαθέσιμο στο http://democu.gr/el/article/dhmo.

Dimonstein, G. (1985). The place of dance in general education. Journal of Aesthetic Education, 19(4), 77-84.

Ελίας, Ν. & Ντάνινγκ, Ε. (1998) Αθλητισμός και ελεύθερος χρόνος στην εξέλιξη του πολιτισμού. Αθήνα: Δρομέας.

Ελληνική Δημοκρατία-Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού (χ.η.). Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού. Διαθέσιμο στο http://www.yppo.gr/0/gindex.jsp.

ΕΡΤ (χ.η.). Αθλητισμός και Πολιτισμός με την πραγματική σημασία της λέξης. Διαθέσιμο στο http://www.ertopen.com/news/ellada/koinwnia/item/34459-.

European Council – Council of the European Union (χ.η.). Education, Youth, Culture and Sport Council configuration (EYCS). Διαθέσιμο στο http://www.consilium.europa.eu/en/council-eu/configurations/eycs/.

Evans, J. (1981). Movement education and folk dance: a rationale part II. CAHPER Journal, 7, 13.

Ginner, R. (1945). The Greek dance: its value to the world to-day. Journal of Physical Education, 110, 42-47.

Glaister, K.I. (1987). Dance education 1938-1958: the historical views expressed in the Journal of Physical Education’. British Journal of Physical Education, 18(3), 104-106.

Grau, A. (1998). On the Acquisition of Knowledge: Teaching Kinship through the Body among the Tiwi of Northern Australia. Στο V. Keck (ed.), Common Worlds and Single Lives:Constituting Knowledge in Pacific Societies (pp. 71–94) Oxford: Berg.

Howlett, R. (1989). Dance in education: the reality and the dream. Movement and Dance, 78, 19-24.

Χατζηχαριστός, Δ. (2003). Σύγχρονο Σύστημα Φυσικής Αγωγής. Από τη θεωρία στην πράξη. Αθήνα: αυτό-έκδοση.

Κάρδαρης, Δ. (2012). Ιστορία του ελληνικού χορού. Αθήνα: Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.

Koutsouba, M. (1991). The Greek Dance Groups of Plaka: A Case of “Airport Art”. M.A. Dissertation. Guildford: Department of Dance, University of Surrey.

Koutsouba, M. (1997). Plurality in Motion: Dance and Cultural Identity on the Greek Ionian Island of Lefkada. Ph.D. thesis. London: Music Department, Goldsmiths College, University of London.

Κουτσούμπα, Μ. (2000). Ολυμπιακή-αθλητική παιδεία και διαπολιτισμική εκπαίδευση: Το παράδειγμα του χορού. Στο Ι. Γκιόσος (επιμ.), Ολυμπιακή-Αθλητική Παιδεία: Θεωρήσεις-Ζητήματα (σελ. 111-122). Αθήνα: Προπομπός.

Κουτσούμπα, Μ. (2002a). Χορολογία και Εθνοχορολογία/Ανθρωπολογία Χορού. Για μια αποσαφήνιση των όρων. Εθνολογία, 9, 191-213.

Κουτσούμπα, Μ. (2002b). Πολιτισμική ταυτότητα και χορός: μια πρώτη προσέγγιση. Στο Η τέχνη του χορού σήμερα: εκπαίδευση, παραγωγή, παράσταση, Πρακτικά Συνεδρίου Έντεχνου Χορού (σελ. 17-24). Αθήνα: Σύνδεσμος Υποτρόφων Κοινωφελούς Ιδρύματος «Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης».

Κουτσούμπα, Μ. (2003). Ταυτοτικές και ανθρωπολογικές όψεις του παραδοσιακού χορού. Στο Ν. Γύφτουλας κ.ά., Τέχνες ΙΙ: Επισκόπηση ελληνικής μουσικής και χορού: ελληνική χορευτική πράξη: παραδοσιακός και σύγχρονος χορός (τόμος Ε΄, σελ. 33-45). Πάτρα: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.

Κουτσούμπα, Μ. (2004). H συμβολή της διδακτικής του ελληνικού παραδοσιακού χορού στη σύγχρονη ελληνική πολυπολιτισμική κοινωνία. Στο Ε. Αυδίκος, Ε. Λουτζάκη & Χ. Παπακώστας (επιμ.), Χορευτικά Ετερόκλητα (σελ. 213-226). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Κουτσούμπα, Μ. (2005). Σημειογραφία της χορευτικής κίνησης: το πέρασμα από την προϊστορία στην ιστορία του χορού. Αθήνα: Προπομπός.

Κουτσούμπα, Μ. (2010). Η μελέτη και η έρευνα του χορού. Στο Η. Δήμας, Β. Τυροβολά & Μ. Κουτσούμπα, Ελληνικός παραδοσιακός χορός. Θεωρήσεις για το λόγο, τη γραφή και τη διδασκαλία του (σελ. 65-76). Αθήνα: αυτό-έκδοση.

Κουτσούμπα, Μ. (2012). Αναστοχασμός και επανερμηνεία του παρελθόντος: ιστορική πορεία και ζητήματα ταυτότητας της διδασκαλίας του ελληνικού λαϊκού παραδοσιακού χορού στους καθηγητές σωματικής αγωγής από το 1909 μέχρι το 1983. Κινησιολογία: Ανθρωπιστική Κατεύθυνση, 1, 32-39. Διαθέσιμο στο http://kinisiologia.phed.uoa.gr/fileadmin/kinisiologia.phed.uoa.gr/uploads/KOUTSOUBA.pdf.

Koutsouba, M. & Tyrovola, V. (2003). A complimentary existence: a rationale for the teaching of Greek folk dance in the Departments of Physical Education and Sport Science in Greece. Στο Sport and Quality of Life, Proceedings of II World Congress of Physical Activity and Sport Sciences (pp. 103-108). Granada, Cd-rom, ISBN 84-688-3736-9.

Krauss, R. (1980). Ιστορία του χορού. Αθήνα: Νεφέλη.

Lange, R. (1976). Some notes on the anthropology of dance. Dance Studies, 1, 38-46.

Lange, R. (1981). Semiotics and dance. Dance Studies, 5, 13-21.

McFee, G. (1992). Understanding dance. London and New York: Routledge.

McFee, G. (1994). The concept of dance education. London and New York: Routledge.

Morgan J.W., & Meier V.K. (eds.) (1988). Philosophical inquiry in sport (2nd edition). USA: Human Kinetics.

Polhemus, T. (1998). Dance, gender and culture. Στο A. Carter (ed.), The Routledge Dance Studies Reader (pp. 171-179). London and New York: Routledge.

Σαϊτάκη, Ι. (2006). Παιδαγωγική και Αθλητισμός. Παράδοση-Αθλητισμός-Πολιτισμός. Αθήνα: Παπαζήσης.

Σκαβάντζος, Κ. (2003). Τρεις προτεινόμενοι ορισμοί του Αθλητισμού. Φιλοσοφία και Παιδεία, 30, 17-20.

Sklar, D. (1991). On dance ethnography. CORD Dance Research Journal, 23(1), 6-10.

Smith-Autard. J. (1994). The art of dance in education. London: Black Publishers.

Σπορ FM 94,6 (χ.η.). Ο αθλητισμός είναι πολιτισμός και ο πολιτισμός είναι πάνω απ’ όλα. Διαθέσιμο στο http://www.sport-fm.gr/article/544874.

Swerdlow, L.J. (1999). Παγκόσμιος πολιτισμός. National Geographic, 3(2), 40-43.

Τυροβολά, Β. (2015). Ανάλυση της μορφής. Μέθοδοι προσέγγισης και τεχνικές ανάλυσης της δομής και του ύφους. Εισήγηση στο 1ο Σεμινάριο διδασκαλίας του ελληνικού παραδοσιακού χορού με τίτλο «Μορφή και κίνηση. Εισαγωγή στη μορφολογική μέθοδο διδασκαλίας του ελληνικού παραδοσιακού χορού: θεωρία και πράξη». Θεσσαλονίκη: Κέντρο Έρευνας και Μελέτης του Παραδοσιακού Χορού και Λαϊκού Πολιτισμού «Διόνυσος».

UNESCO (1982). World Conference on cultural policies. Final report. Paris: UNESCO. Διαθέσιμο στο http://unesdoc.unesco.org/images/0005/000525/052505eo.pdf.

UNESCO (2015). Revised International Charter of Physical Education, Physical Activity and Sport. Paris: UNESCO. Διαθέσιμο στο http://unesdoc.unesco.org/images/0023/002354/235409e.pdf.

van Dalen B.D. & Bennett L.B. (1971). A world history of Physical Education: Cultural, philosophical, comparative (2nd edition). New Jersey: Prentice Hall, Englewood Cliffs.

Ζέρβας, Ι. (1993). Ψυχολογία Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού. Αθήνα: αυτό-έκδοση.